Όταν το αυστραλιανό κράτος «κήρυξε πόλεμο» στα εμού και τον έχασε
Νάνσυ Κουλούρα
30/08/2025
Με ύψος που φτάνει μέχρι και τα δύο μέτρα, μακρύ λαιμό και πελώριο διασκελισμό, το εμού είναι το μεγαλύτερο ιθαγενές πτηνό της Αυστραλίας και το δεύτερο ψηλότερο στον κόσμο μετά τη στρουθοκάμηλο.
Σύμβολο της άγριας αυστραλιανής φύσης, αυτό το εντυπωσιακό πλάσμα ξεχωρίζει χάρη στην προσαρμοστικότητα και την αντοχή του. Αν και δεν μπορεί να πετάξει, η μεγάλη ταχύτητά του, η δύναμη των μακριών ποδιών του και το αποτελεσματικό καμουφλάζ που προσφέρει το φουντωτό του φτέρωμα, το καθιστούν εξαιρετικά ικανό να ξεφεύγει από κάθε είδους θηρευτές.
Αυτή η ικανότητα επιβίωσης απέναντι σε άκρως επικίνδυνα είδη – όπως δυστυχώς είναι και το ανθρώπινο – βρίσκεται στο επίκεντρο ενός από τα πιο παράξενα επεισόδια της αυστραλιανής ιστορίας, του λεγόμενου «Πολέμου των Εμού». Πρόκειται για μια στρατιωτική επιχείρηση που πραγματοποιήθηκε στο πρώτο μισό του προηγούμενου αιώνα με στόχο να απαλλάξει το δυτικό κομμάτι της χώρας από τα πτηνά που αντιμετωπίζονταν ως υπεύθυνα για καταστροφές στις αγροτικές καλλιέργειες. Το αποτέλεσμα, ωστόσο, δεν ήταν εκείνο που περίμενε η κυβέρνηση: τα εμού αποδείχτηκαν πολύ πιο ανθεκτικά και ευέλικτα απ’ όσο είχαν υπολογίσει, και η στρατιωτική εκστρατεία κατέληξε γρήγορα σε… φιάσκο.
Ας δούμε όμως παρακάτω μερικές λεπτομέρειες για αυτή τη σουρεαλιστική αναμέτρηση που σημειώθηκε το 1932 και έμεινε στην ιστορία ως σύμβολο της αντοχής και προσαρμοστικότητας της φύσης απέναντι στην ανθρώπινη παρέμβαση.

«O Πόλεμος των Εμού»
Μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η αυστραλιανή κυβέρνηση αποφάσισε να εγκαταστήσει περισσότερους από 5.000 πρώην στρατιώτες στο δυτικό τμήμα της χώρας, για να ζήσουν καλλιεργώντας τη γη. Ωστόσο, οι αντίξοες συνθήκες της περιοχής – άγονο έδαφος και ακανόνιστες βροχοπτώσεις – αποδείχτηκαν πραγματική πρόκληση για τους νέους και άπειρους αγρότες.
Το 1932, μια σφοδρή ξηρασία που χτύπησε τη χώρα είχε ως αποτέλεσμα περίπου 20.000 εμού να προσεγγίσουν τις νέες καλλιέργειες και τα αγροκτήματα αναζητώντας νερό. Οι μαζικές μετακινήσεις των μεγαλόσωμων πτηνών είχαν ως αποτέλεσμα να ποδοπατηθούν χωράφια και να καταστραφούν φράχτες που είχαν φτιαχτεί για προστασία από μικρότερα ζώα. Ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για τους ήδη απογοητευμένους αγρότες, που ζήτησαν την ενίσχυση του στρατού για να ξεφορτωθούν τους «ενοχλητικούς εισβολείς».
Σύμφωνα με το National Geographic, στις 2 Νοεμβρίου 1932 έφτασαν οι πρώτοι τρεις στρατιώτες του Βασιλικού Πυροβολικού της Αυστραλίας εξοπλισμένοι με δύο ελαφριά πολυβόλα Lewis. Η αποστολή τους έδειχνε απλή: εξουδετέρωση των εμού και προστασία των καλλιεργειών. Ωστόσο, η εκστρατεία γρήγορα κατέληξε σε χάος. «Νομίζω ότι είχαν υποτιμήσει το είδος. Απέτυχαν επειδή τα εμού είναι εξαιρετικά γρήγορα και ευέλικτα πουλιά», εξηγεί στο περιοδικό η Sarah Comacchio, φροντίστρια στον ζωολογικό κήπο Taronga στο Σίδνεϊ.
Τις πρώτες τρεις μέρες, οι στρατιώτες σκότωσαν μόλις 30 εμού. Αντί να παραμένουν σε μεγάλες ομάδες, τα πτηνά διασκορπίζονταν, με αποτέλεσμα να γίνονται δυσκολότεροι στόχοι. Δύο μέρες αργότερα, ένα πολυβόλο μπλόκαρε κατά τη διάρκεια ενέδρας σε έναν νερόλακκο, ενώ χιλιάδες εμού βρίσκονταν σε κοντινή απόσταση.
Καθώς οι ιστορίες για τον «πόλεμο» διαδίδονταν μέσω του Τύπου, το κοινό άρχισε να γοητεύεται από τους τολμηρούς και επινοητικούς επιζώντες, που φέρονται να σχημάτιζαν «μονάδες» με «σκοπούς» για να αποφύγουν τη σύλληψη. Οδηγοί φορτηγών που είχαν προσπαθήσει, χωρίς μεγάλη επιτυχία, να «προωθήσουν» τα πτηνά προς τους οπλισμένους στρατιώτες ανέφεραν πως τα εμού διέφευγαν τρέχοντας με πολύ μεγάλη ταχύτητα σε ανώμαλο έδαφος. Μία από αυτές τις καταδιώξεις κατέληξε σε σύγκρουση οχημάτων.
Άλλοι μάρτυρες έμειναν έκπληκτοι από τη φημολογούμενη ικανότητα ορισμένων εμού να επιβιώνουν ακόμα και μετά τον τραυματισμό τους από σφαίρες. Ο επικεφαλής αξιωματικός G.P.W. Meredith είχε πει ότι αυτά τα πτηνά «μπορούν να σταθούν απέναντι σε πολυβόλα με την αντοχή ενός τανκ».
Σαράντα πέντε ημέρες μετά την έναρξη της εκστρατείας, οι στρατιώτες είχαν σκοτώσει περίπου 980 εμού (με κάποιες πηγές να ανεβάζουν τον αριθμό των νεκρών πτηνών σε 2.500) – ένα πολύ μικρό ποσοστό του συνολικού πληθυσμού. Η παρέμβασή τους θεωρήθηκε ανεπιτυχής και χλευάστηκε από τον Τύπο της εποχής. Λίγο αργότερα, κι ενώ αυξάνονταν οι αντιδράσεις για τη σκληρή μεταχείριση των πτηνών, η κυβέρνηση έβαλε τέλος στην επιχείρηση. Αν και υπέστησαν αρκετές απώλειες, τα εμού θεωρήθηκαν από πολλούς οι νικητές αυτού του αλλόκοτου πολέμου και εδραιώθηκαν ως σύμβολα επιβίωσης και προσαρμοστικότητας.
Καθώς προστατεύονται από την αυστραλιανή περιβαλλοντική νομοθεσία από το 1999, ο πληθυσμός τους παραμένει μέχρι σήμερα ισχυρός, με περισσότερα από 600.000 εμού να ζουν ελεύθερα σε όλη την ήπειρο.

Το «προφίλ» των ανθεκτικών πτηνών
Αν και συχνά «επισκιάζονται» από τις πιο μεγαλόσωμες ξαδέλφες τους, τις στρουθοκαμήλους, τα εμού διαθέτουν πολλά αξιοθαύμαστα χαρακτηριστικά που τα κάνουν να ξεχωρίζουν.
Ακολουθούν μερικά πράγματα που μπορεί να μην γνωρίζατε για τα εμού.
1. Έχουν μεγάλα σώματα αλλά μικροσκοπικά φτερά
Τα εμού μπορούν να φτάσουν σε ύψος τα 1,8 μέτρα και σε βάρος 54 κιλά. Για τόσο μεγαλόσωμα πτηνά, ωστόσο, τα φτερά τους είναι απίστευτα μικρά. Καθώς δεν χρησιμεύουν για πτήση, έχουν συρρικνωθεί σε μέγεθος μικρότερο των 20 εκατοστών, περίπου όσο μια ανθρώπινη παλάμη.
2. Διαθέτουν ισχυρούς μυς στις κνήμες
Τα μακριά και ισχυρά πόδια αυτών των πουλιών τους χαρίζουν ταχύτητα αλλά και αντοχή. Τα εμού διαθέτουν ενισχυμένους γαστροκνήμιους μυς σε σχέση με άλλα πτηνά, που τους επιτρέπουν να τρέχουν με ταχύτητα έως και 50 χλμ/ώρα και να διανύουν μεγάλες αποστάσεις κάθε μέρα προς αναζήτηση νερού και τροφής.
3. Έχουν ταλέντο στα άλματα αλλά και στο κολύμπι
Εκτός από εξαιρετικοί δρομείς, τα εμού διαθέτουν επίσης εντυπωσιακή ικανότητα κατακόρυφου άλματος, πηδώντας σε ύψος έως και 2,1 μέτρα από το έδαφος – και μάλιστα χωρίς τη βοήθεια των φτερών τους. Επιπλέον, παρότι αποφεύγουν να μπαίνουν στο νερό εκτός αν χρειάζεται, είναι και αρκετά καλοί κολυμβητές.
4. Βρίσκουν νερό ακολουθώντας τα σύννεφα της βροχής
Τα εμού που κατέστρεφαν καλλιέργειες το 1932 έκαναν απλώς αυτό που έχουν εξελιχθεί να κάνουν στις ξηρές περιοχές της Αυστραλίας: να διανύουν μεγάλες αποστάσεις ψάχνοντας για τροφή και νερό. Οι μεταναστεύσεις των εμού καθορίζονται από τις βροχοπτώσεις, σύμφωνα με το Smithsonian Conservation Biology Institute (SCBI). Τα πτηνά ακολουθούν τα βροχοφόρα σύννεφα, κινούμενα προς περιοχές όπου η βροχή είναι επικείμενη. Επιπλέον, χρησιμοποιούν ενδείξεις, όπως τον ήχο της βροντής ή τη μυρωδιά του υγρού εδάφους.
5. Είναι κομμάτι της αυστραλιανής κουλτούρας
Στις ιστορίες των Αβορίγινων (των αυτόχθονων κατοίκων της Αυστραλίας) το εμού συμβόλιζε συχνά την αντοχή, τη δύναμη και τη στενή σύνδεση με τη γη. Σε κάποιες αφηγήσεις, το πτηνό αυτό εμφανίζεται ως πνεύμα δημιουργού που καθοδηγεί τον φυσικό κόσμο, ενώ σε άλλες ως ουράνια φιγούρα στον Γαλαξία. Η σύνδεση των εμού με την Αυστραλία είναι τόσο ισχυρή, που τα πτηνά αυτά απεικονίζονται στο εθνόσημο της χώρας, στο νόμισμα των 50 σεντ και ακόμα και σε λογότυπα αθλητικών ομάδων.
Με πληροφορίες από National Geographic, treehugger.com