Το μυστηριώδες τραγούδι των φαλαινών και η ομοιότητα με την ανθρώπινη γλώσσα
Νάνσυ Κουλούρα
12/02/2025

Όποιος έχει δει το «Ψάχνοντας τον Νέμο» σίγουρα θυμάται την άκρως διασκεδαστική σκηνή όπου η ξεχασιάρα Ντόρι επιχειρεί να μιλήσει «φαλαινικά» με ιδιαίτερο ενθουσιασμό και αυτοπεποίθηση, παρά τη δυσπιστία του φίλου της Μάρλιν που θεωρεί ότι δεν υπάρχει καμία πιθανότητα επικοινωνίας.
Η απεικόνιση των ήχων που παράγουν οι φάλαινες ως κάτι μυστηριώδες και αινιγματικό σε μια ταινία κινουμένων σχεδίων δεν είναι παράξενη, αν σκεφτεί κανείς τη διαχρονική γοητεία που ασκούν οι ήχοι αυτών των γιγάντων της θάλασσας στην ανθρώπινη φαντασία. Δεν είναι τυχαίο ότι το απόκοσμο «τραγούδι» που παράγουν οι μεγάπτερες φάλαινες επιλέχθηκε τη δεκαετία του ’70 για να συμπεριληφθεί στον «χρυσό δίσκο» του θρυλικού προγράμματος Voyager, προκειμένου να ταξιδέψει στο διάστημα με τον φιλόδοξο στόχο να δώσει μια γεύση από τη βιοποικιλότητα της γης σε διαφορετικές μορφές ζωής που τυχόν θα συναντούσε.
Τι είναι όμως αυτό το τραγούδι των μεγάπτερων φαλαινών, που ο θαλάσσιος βιολόγος Philip Clapham έχει περιγράψει ως «πιθανώς το πιο περίπλοκο στο ζωικό βασίλειο»; Ξέρουμε ότι πρόκειται για μια αλληλουχία ήχων που παράγουν αποκλειστικά οι αρσενικές φάλαινες και μπορεί να ταξιδέψει πολλά χιλιόμετρα κάτω από νερό. Η ειδική ανατομία του λάρυγγα αυτών των πλασμάτων τούς επιτρέπει να «τραγουδούν» ανακυκλώνοντας αέρα, χωρίς την εισροή νερού, για αρκετά λεπτά έως και ώρες, επαναλαμβάνοντας τα ίδια μοτίβα και ρυθμούς με τα άλλα μέλη του κοπαδιού τους.
Όσον αφορά τη χρησιμότητα αυτής της ενέργειας, πολλές θεωρίες έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς από την επιστημονική κοινότητα που τη συνδέουν με την επικοινωνία μεταξύ των μελών ενός κοπαδιού σχετικά με την τροφή, την προσέλκυση θηλυκών, την περίοδο αναπαραγωγής και ακόμα και τον προσανατολισμό κατά τη διάρκεια μακρινών μεταναστευτικών ταξιδιών.

Αν και ο σκοπός αυτών των ήχων παραμένει αντικείμενο διαφωνίας στους επιστημονικούς κύκλους, αυτό που έχει πλέον αποδειχθεί μέσα από πολλές έρευνες είναι ότι τα τραγούδια των μεγάπτερων φαλαινών αλλάζουν με την πάροδο του χρόνου, καθώς οι θαλάσσιοι αυτοί καλλιτέχνες υιοθετούν νέα «στυλ» που διαδίδονται μεταξύ πληθυσμών.
Τα νέα αυτά τραγούδια μπορούν να διαδοθούν ταχύτατα, ακόμα και μεταξύ πληθυσμών που ζουν σε πολύ μακρινές αποστάσεις, αντικαθιστώντας τους παλιούς ρυθμούς. Τι καθιστά όμως αυτά τα νέα τραγούδια τόσο… πιασάρικα, ώστε να μαθαίνονται με τόση ευκολία;
Η απροσδόκητη ομοιότητα με την ανθρώπινη γλώσσα
Η απάντηση μπορεί να κρύβεται σε μια πρόσφατη μελέτη επιστημόνων, οι οποίοι ανακάλυψαν για πρώτη φορά ένα κοινό μοτίβο ανάμεσα στην ανθρώπινη γλώσσα και το τραγούδι των μεγάπτερων φαλαινών. Πρόκειται για μια κρυφή δομή που εντοπίστηκε στους ήχους που παράγουν τα συγκεκριμένα κητοειδή, η οποία είναι παρούσα σχεδόν σε όλες τις γλώσσες του δικού μας είδους και φαίνεται να διευκολύνει την εκμάθηση τους.
Η ομάδα των ειδικών με επικεφαλής την Δρ. Ellen Garland από το πανεπιστήμιο Saint Andrews αντιπροσωπεύει μια μοναδική συνεργασία μεταξύ γλωσσολόγων, αναπτυξιακών επιστημόνων και θαλάσσιων βιολόγων, οι οποίοι επιστράτευσαν μια αντισυμβατική προσέγγιση στην έρευνά τους, η οποία μπορεί να χωριστεί σε δύο μέρη.

Το πρώτο εμπνεύστηκε από έρευνες σχετικά με το πώς τα ανθρώπινα βρέφη μαθαίνουν τη γλώσσα και ειδικότερα στο πώς καταλαβαίνουν πότε τελειώνει μία λέξη και ξεκινά η επόμενη. Ένα μωρό που δεν ξέρει ακόμα να μιλά ακούει βασικά μια συνεχή «ροή» ήχων. Ωστόσο, η αλληλουχία των ήχων που συνθέτουν μεμονωμένες λέξεις είναι στατιστικά πολύ πιο προβλέψιμη από ό,τι οι διαφορές στους ήχους που ακούγονται στα όρια μεταξύ των λέξεων. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι ο εγκέφαλος των βρεφών αντιλαμβάνεται αυτήν τη διαφορά. Ουσιαστικά, όταν ακούνε έναν απροσδόκητο νέο ήχο, συμπεραίνουν ότι μια λέξη τελειώνει και ξεκινά η επόμενη.
Όταν οι επιστήμονες εφάρμοσαν αυτήν την ανάλυση σε εκατοντάδες ώρες ηχογραφήσεων του τραγουδιού των μεγάπτερων φαλαινών, εντόπισαν ένα παρόμοιο χαρακτηριστικό: μπορούσε να διασπαστεί σε μονάδες που, κατά κάποιον τρόπο, έμοιαζαν με ανθρώπινες λέξεις.
Αυτή η διαπίστωση τους οδήγησε στη δεύτερη φάση της έρευνας, και σε μια ακόμη πιο συναρπαστική ανακάλυψη. Σχεδόν όλες οι ανθρώπινες γλώσσες ακολουθούν κάτι που ονομάζεται νόμος του Zipf. Σε γενικές γραμμές, ο νόμος αναφέρει ότι η συχνότερη λέξη σε μια γλώσσα χρησιμοποιείται περίπου δύο φορές πιο συχνά από τη δεύτερη συχνότερη λέξη, τρεις φορές πιο συχνά από την τρίτη συχνότερη λέξη και ούτω καθεξής. Ο κανόνας δεν λειτουργεί πάντα τέλεια για κάθε μεμονωμένη λέξη, αν όμως εντάξει κανείς χιλιάδες από αυτές σε ένα γράφημα, η τάση γίνεται εμφανής.
Όταν οι ερευνητές δημιούργησαν ένα απλό πρόγραμμα υπολογιστή για να αναλύσουν το τραγούδι των φαλαινών, διαπίστωσαν ότι οι «λέξεις» που είχαν απομονώσει υπάκουαν επίσης στον νόμο του Zipf. Πρόκειται για την πρώτη φορά που ο κανόνας αυτός εντοπίζεται σε άλλο είδος.
«Ήταν μία από εκείνες τις στιγμές που σε κάνουν να ανατριχιάζεις», δήλωσε στους Times ο Δρ. Simon Kirby, επικεφαλής του Τμήματος Γλωσσολογίας και Αγγλικής Γλώσσας στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και ένας εκ των συγγραφέων της έρευνας. «Είδα το γράφημα να εμφανίζεται και σκέφτηκα: “Δεν το πιστεύω”». «Αυτό που αποκαλύψαμε εδώ είναι μια κοινή ιδιότητα μεταξύ δύο ειδών που χωρίζονται από 70 ή 80 εκατομμύρια χρόνια εξέλιξης.»
Πρόκειται για ένα παράδειγμα για το πώς δύο είδη που έχουν ακολουθήσει διαφορετικές εξελικτικές πορείες, μπορεί να καταλήξουν τελικά στην ίδια λύση για ένα πρόβλημα. Ο Kirby πιστεύει ότι το κοινό πρόβλημα που αντιμετώπισαν και τα δύο είδη σχετίζεται με το πώς ορισμένες συμπεριφορές μεταδίδονται πολιτισμικά, δηλαδή πώς περνούν από γενιά σε γενιά, με τα νεαρά άτομα να μαθαίνουν από τους μεγαλύτερους. Η θεωρία του είναι πως υπάρχει κάτι στον νόμο του Zipf που διευκολύνει αυτή τη διαδικασία, ακόμα κι αν δεν έχει εντοπιστεί από την επιστημονική κοινότητα ποιο ακριβώς είναι αυτό το χαρακτηριστικό.
Είναι τελικά το τραγούδι των φαλαινών γλώσσα;
Ο Kirby τονίζει, ωστόσο, ότι οι ομοιότητες μεταξύ του τραγουδιού των φαλαινών και της ανθρώπινης ομιλίας φαίνεται να είναι περιορισμένες. Οι ερευνητές δεν πιστεύουν ότι οι φάλαινες «μιλούν» όπως οι άνθρωποι ή ότι έχουν «λέξεις» που αναφέρονται σε συγκεκριμένα αντικείμενα ή ενέργειες.
Η Δρ. Ellen Garland, ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο του St Andrews και επικεφαλής της μελέτης, η οποία δημοσιεύτηκε στο Science, ξεκαθαρίζει: «Το τραγούδι των φαλαινών δεν είναι γλώσσα- δεν έχει σημασιολογικό περιεχόμενο. Ίσως θυμίζει περισσότερο την ανθρώπινη μουσική, η οποία επίσης έχει αυτή τη στατιστική δομή, αλλά στερείται της εκφραστικής σημασίας που χαρακτηρίζει τη γλώσσα. Το αν οι μονάδες που ανιχνεύσαμε χρησιμοποιώντας τη μέθοδο εμπνευσμένη από τα βρέφη σημαίνουν κάτι για τις φάλαινες, παραμένει ένα ανοιχτό ερώτημα.»
Με πληροφορίες από Times, National Geographic